yardbird$92810$ - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

yardbird$92810$ - translation to ολλανδικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Yardbird (disambiguation)

yardbird      
n. erfvogel (Slang) soldaat beperkt in een beperkt gebied voor straf; soldaat die aangewezen is op verrichten van slaafse taken voor straf; onbekwame militaire rekruut; gevangene, veroordeelde
Charlie Parker         
  • A King 'Super 20' alto saxophone, owned and used by Charlie Parker, now at the [[Smithsonian Institution]]
  • Parker with (from left to right) [[Tommy Potter]], [[Max Roach]], [[Miles Davis]], and [[Duke Jordan]], at the Three Deuces, New York, circa 1945
  • Charlie Parker performing in Worcester, MA, in 1954. Photo by Mel Levine.
  • Robert Graham]] in Kansas City, Missouri
AMERICAN JAZZ MUSICIAN (1920–1955)
Parker, Charlie Bird; Charlie parker; Charlie “Bird” Parker; Cool blues; Charlie Parker Septet; The Charlie Parker Septet; Charlie "Bird" Parker; Charles Parker, Jr.; Charlie Parker Residence; Charlie "Yardbird" Parker; Yardbird parker; Charles Parker Jr.
Charlie Parker (een jazz musicus uit amerika)

Ορισμός

yardbird
¦ noun US informal
1. a new military recruit, especially one assigned to menial tasks.
2. a convict.
Origin
1940s: perh. suggested by jailbird.

Βικιπαίδεια

Yardbird

Yardbird may refer to:

  • Charlie Parker, American saxophonist
  • George Yardley, American basketball player
  • A colloquialism for the domestic chicken in the American Deep South
  • A slang term for a jailbird
  • A slang term for a basic trainee in the armed forces
  • Railyard, sections of parallel train tracks, where many rail cars are
  • Yardbird Reader, journal edited by Ishmael Reed from 1972 to 1976)